- Ναύπακτος
- Πόλη (υψόμ. 15 μ., 12.924 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν πρωτεύουσα της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας στην οποία υπάγονταν τρεις δήμοι, 57 κοινότητες και 112 οικισμοί. Η Ν. είναι χτισμένη στον Κορινθιακό κόλπο, μεταξύ του Αντιρρίου και των εκβολών του Μόρνου και αποτελεί μία από τις αρχαιότερες ελληνικές πόλεις που γνώρισε περιόδους μεγάλης ακμής και συνδέθηκε με μεγάλα ιστορικά γεγονότα. Μάρτυρας της παλιάς σημασίας της είναι η τέλεια οχύρωσή της, που αρχίζει από το λιμάνι, συνεχίζεται με τρία αλλεπάλληλα τείχη και καταλήγει στο κάστρο. Η σημερινή πόλη, διοικητικό και οικονομικό κέντρο της περιοχής της, αλλά και κέντρο παραθερισμού, διατηρεί όλη τη γραφικότητά της, περιτριγυρισμένη με πολύ πράσινο και προικισμένη με πολλά νερά.
Ιστορία. Η Ν. είναι από τις πιο αρχαίες ελληνικές πόλεις. Σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε κατά την εποχή της καθόδου των Δωριέων (1104 π.Χ.) και της διαπεραίωσης της από τη Λοκρίδα και την Αιτωλία στην Πελοπόννησο. Κατά τα κλασικά χρόνια η Ν. έγινε κτήση των Αθηναίων, συνοικίστηκε από Μεσσηνίους και χρησιμοποιήθηκε ως ναυτική βάση εναντίον των Σπαρτιατών (455 – 436 π.Χ.). Μετά τη σπαρτιατική νίκη της Αιγός Ποταμούς (405 π.Χ.), η Ν. αποσπάστηκε από την αθηναϊκή κηδεμονία και οι Μεσσήνιοι έποικοί της αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και να μεταναστεύσουν στη Σικελία. Ακολούθησε διαδοχική αλλαγή κυρίαρχων (Αχαιών, Θηβαίων, Μακεδόνων και Αιτωλών) κατά τον 4ο – 2ο αι. π.Χ. και, τέλος, ύστερα από μία πρώτη στενή πολιορκία δύο ετών (191 – 189 π.Χ.), η οποία δεν κατέληξε σε κανένα αποτέλεσμα, η Ν. περιήλθε μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα στα χέρια των Ρωμαίων (146 π.Χ. κ.εξ.). Στα χρόνια της ρωμαϊκής κατοχής η Ν. και η ενδοχώρα της δέχτηκαν τον χριστιανισμό. Πρώτος επίσκοπος της αναφέρεται ο Καλλικράτης (197). Στη βυζαντινή περίοδο η Ναυπακτία αποτέλεσε το κέντρο θέματος και η Ν. την πρωτεύουσά του. Ήταν και αυτή στόχος των σλαβικών επιδρομών του 8ου και 9ου αι. και των επιδρομών των Βουλγάρων (1034–41), των Νορμανδών (1117–58) και άλλων επιδρομέων.
Το 1204 αποτέλεσε και για τη Ν. την αρχή της φραγκοκρατίας. Η πόλη περιήλθε στη δικαιοδοσία των Ενετών, αλλά για ένα διάστημα οι αγώνες του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Α’ Αγγέλου Κομνηνού (1204–14) την έφεραν στους κόλπους του ελληνικού δεσποτάτου. Προσωπικότητα με σπουδαίο ρόλο και ξεχωριστή ακτινοβολία υπήρξε κατά την εποχή αυτή ο επίσκοπος Ν. και έπειτα και Άρτης Ιωάννης Απόκαυκος (1155 – 1233). Το 1294 και ύστερα από σοβαρές εσωτερικές και εξωτερικές περιπέτειες του δεσποτάτου της Ηπείρου, η Ν. περιήλθε στην κυριαρχία της Νάπολης των Ανδηγαυών. Το 1338–39 σημειώθηκε στην Ακαρνανία επανάσταση εναντίον του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ’ (1328 – 1341), γεγονός που επέτρεψε την επέμβαση των Ταραντίνων, της οποίους της γρήγορα διαδέχτηκαν οι Αλβανοί, που διευκολύνθηκαν, για την κάθοδό της στα Ν, από της Σέρβους του Στεφάνου Δουσάν (1331 – 1355). Η επικράτηση των αλβανικών φυλών έγινε δυνατή ύστερα από την ήττα του γιου του δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρου στον Αχελώο (1358). Η αλβανική κυριαρχία γρήγορα περιορίστηκε στην ενδοχώρα, ενώ η Ν. πέρασε από τα χέρια του Αλβανού φυλάρχου Σπάτα στους Βενετούς (η επικράτηση των Βενετών ολοκληρώθηκε το 1407), στους οποίους έμεινε έως το 1499, οπότε πέρασε στα χέρια των Τούρκων, ύστερα από τρεις πολιορκίες της (1463, 1477 1499). Κατά την εποχή της τουρκοκρατίας χτίστηκαν τα φρούρια Ρίου και Αντίρριου, από τα οποία το πρώτο, το Ρίο, πέρασε από μια εφήμερη ισπανική κυριαρχία (1532).
Κατά τα τέλη του 16ου αι. η Ν. και η περιοχή της μεταβλήθηκε σε κέντρο πειρατικής δραστηριότητας, η οποία εκτεινόταν έξω από τον Κορινθιακό. Για αρκετό διάστημα η πόλη (όπου συνήθως πραγματοποιούνταν οι αγοραπωλησίες των σκλάβων και των αιχμαλώτων και όπου αφθονούσαν γι’ αυτόν το σκοπό μόνιμοι και προσωρινοί Βορειοαφρικανικοί κάτοικοι) ονομάστηκε «Μικρό Αλγέρι».
Κατά την εποχή της εκστρατείας του Φραγκίσκου Μοροζίνι στην Πελοπόννησο και στη Στερεά, η Ν. πέρασε για 22 χρόνια της βενετικές κτήσεις της ελληνικής χερσονήσου (1687-99), αν και η ενδοχώρα και η πόλη απειλούνταν πάντοτε από της επιδρομές των Τούρκων ή των Ελλήνων συνεργατών της. Η οριστική παράδοση της πόλης της Οθωμανούς έγινε αμέσως μετά την τουρκοενετική συνθήκη, με την ειρήνη του Κάρλοβιτς (Ιανουάριος 1699). Κατά τη διάρκεια της δεύτερης τουρκοκρατίας η Ν. ερημώθηκε κυριολεκτικά από της χριστιανούς και πολυάριθμους άλλοτε Εβραίους κατοίκους της.
Το 1786 η Ν. περιήλθε στη δικαιοδοσία του Αλή πασά, διοικητή τότε της Θεσσαλίας (λιβάς Τρικάλων), στην οποία υπαγόταν διοικητικά και η Ναυπακτία. Λίγα χρόνια αργότερα (1801, 1807), η Ν. πέρασε και τυπικά στην επικράτεια του Αλή, ώσπου το 1820 επανήλθε στη δικαιοδοσία της Υψηλής Πύλης, για να απελευθερωθεί οριστικά με συνθήκη της 21 Απριλίου 1829 (παλαιό ημερολόγιο) και να αποτελέσει τμήμα του νέου ελληνικού κράτους.
Ναυμαχία της Ν. Με την ονομασία αυτή, (ή, για τους ξένους ιστορικούς, Ναυμαχία του Λεπάντο) είναι γνωστή η μεγάλη ναυτική σύγκρουση μεταξύ του οθωμανικού στόλου και των ενωμένων ναυτικών δυνάμεων της Sacra Lega (που συγκροτήθηκε από της Ισπανούς, τον Πάπα, τη Βενετία και μερικά ιταλικά κρατίδια), η οποία έγινε στις 7 Οκτωβρίου 1571 στο στόμιο του Πατραϊκού κόλπου (τότε κόλπου της Ναυπάκτου – Λεπάντο), δίπλα στις Εχινάδες νήσους (ή νησιά Κουρτζολάροι). Η ναυμαχία αποτέλεσε την πιο εντυπωσιακή φάση του πολέμου για την Κύπρο (1570-71), προκάλεσε τεράστια εντύπωση της σύγχρονους, αλλά έμεινε χωρίς θετικά αποτελέσματα για τους νικητές. Ο χριστιανικός στόλος, διοικούμενος από τον νόθο γιο του Καρόλου E’ Δον Χουάν τον Αυστριακό (1547 – 1578), αποτελείτο από 208 γαλέρες (80 ισπανικές με αρχηγό το Γενουάτη Τζαν Αντρέα Ντόρια, 105 ενετικές υπό τις διαταγές του Σεμπαστιάνο Βενιέρ, μικρός αριθμός παπικών υπό τις διαταγές του Μαρκαντόντιο Κολόνα, καθώς επίσης και μερικά πολεμικά πλοία της Μάλτας, της Τοσκάνης και της Σαβοΐας). Ό τουρκικός στόλος ήταν συγκροτημένος από 300 πολεμικά διάφορων τύπων και διοικούνταν από τον Μουεζίν – ζαντέ Αλή και μερικούς από τους διαπρεπέστερους κυβερνήτες ναυτικών βάσεων (Ρόδου, Αλεξάνδρειας, Αλγερίου κλπ.) της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η ναυμαχία δεν είχε προγραμματιστεί και από τις δυο πλευρές: ο χριστιανικός στόλος κατευθυνόταν, για να προλάβει την άλωση της Αμμοχώστου (την οποία όμως πληροφορήθηκε μόλις συγκεντρώθηκε στην Ηγουμενίτσα της Θεσπρωτίας), ενώ ο τουρκικός ναυλοχούσε στη Ν. και σχεδίαζε επιδρομές στα ιόνια και δαλματικά παράλια. Η ναυμαχία ήταν μια από τις πιο αιματηρές της ναυτικής ιστορίας και είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα για τις τουρκικές δυνάμεις (167 πλοία βυθίστηκαν και σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν περίπου 18 χιλιάδες άντρες, έναντι 12 χριστιανικών πλοίων και 7.500 αντρών, κυρίως κωπηλατών). Με τη νίκη αυτή η Ευρώπη άρχισε να απαλλάσσεται από ένα «σύμπλεγμα κατωτερότητας» (F. Braudel) έναντι της οθωμανικής δύναμης, η οποία αποδείχτηκε πια ότι δεν ήταν ακατάβλητη. Αυτό ήταν ίσως και το μοναδικό αξιοσημείωτο όφελος του χριστιανικού κόσμου. Για της υπόδουλους λαούς και ιδιαίτερα για τους Έλληνες, η ναυμαχία αποτέλεσε την αφετηρία επανειλημμένων επαναστατικών κινήσεων εναντίον των Τούρκων, της οποίους πίστευαν ότι μπορούσαν να διώξουν με τη βοήθεια των νικητών του 1571, ιδίως με της Ισπανούς.
Η ναυμαχία ενέπνευσε πλήθος λογοτεχνών και ζωγράφων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και μερικοί μεγάλοι καλλιτέχνες του 16ου και 17ου αι. (Τιστσιάνο, Βιτσεντίνο, Θεοτοκόπουλος κλπ.)· Ζωγραφικά έργα με θέμα τη ναυμαχία έχουμε και από Έλληνες καλλιτέχνες (Κλόντζας, Βασιλάκης κ.ά.).
Σχηματική ένδειξη της διάταξης των ενωμένων ναυτικών δυνάμεων (Ισπανών, πάπα, Βενετίας και μερικών ιταλικών κρατιδίων) και του τουρκικού στόλου κατά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (7 Οκτωβρίου 1571).
Αντρέα Βιτσεντίνο: «Η ναυμαχία της Ναυπάκτου». Η ναυμαχία αυτή υπήρξε μεγάλο ιστορικό γεγονός, γιατί σ’ αυτήν καταστράφηκε η απειλητική για την Ευρώπη τουρκική ναυτική δύναμη.
Πολεμίστρες στο μεσαιωνικό κάστρο της πόλης.
Τμήμα μεσαιωνικής οχύρωσης στη Ναύπακτο.
Πανοραμική άποψη της Ναυπάκτου.
Η βιβλιοθήκη που ίδρυσε στη Ναύπακτο ο Δημ. Παπαχαραλάμπους (1886-1961), αποτελεί τον πυρήνα της τοπικής πνευματικής ζωής.
Άποψη της Ναυπάκτου από το κάστρο με το οχυρωμένο λιμάνι της. Πλούσιο πράσινο περιβάλλει την παλιά πόλη, με τις πολλές ιστορικές αναμνήσεις και τους μάρτυρες του λαμπρού παρελθόντος της.
Dictionary of Greek. 2013.